Αυτό θέλει κότσια για να το παραδεχτείς και είναι ένα σοκ. Αλλά μπορεί να γίνει ένα δημιουργικό σοκ. Έχεις ποτέ ακούσει την έκφραση “η άγνοια είναι ευτυχία/ευδαιμονία”; Σκέψου πως το κλειδί δεν είναι η άγνοια η ίδια αλλά η παραδοχή πως έχουμε άγνοια. Η συνειδητή παραδοχή.
Σε έναν κόσμο που μοιάζει τελείως μπερδεμένος, αυτό είναι το ενδόμυχο -έμμεσο- ερώτημα της πλειοψηφίας των ανθρώπων, αλλά συνήθως εκφρασμένο με διαφορετικούς τρόπους. Σπανίως, σε μια κρίση ειλικρίνειας, κάποιος θα πει “εντάξει, πραγματικά δεν έχω ιδέα τι κάνω” ή “δεν ξέρω πραγματικά αν αυτό που έχω κατά νου θα δουλέψει”.
Ισχύει για οτιδήποτε θες. Για επαγγέλματα, σχέσεις οιασδήποτε μορφής, και οτιδήποτε άλλο που μοιάζει να σε ενδιαφέρει ή που μοιάζει να το επιθυμείς.
Τα καλά νέα; Το να το δηλώσεις (φωναχτά ή από μέσα σου) είναι ένα καλό σημάδι για εσένα. Βασικά είναι ένα σημάδι υγιούς ψυχισμού με εν δυνάμει θετικό αντίκτυπο για τον οργανισμό (όπου οργανισμός βάλε εσένα ή οποιαδήποτε δομή, π.χ. μία επιχείρηση). Είναι το απαιτούμενο, θα έλεγα, προκειμένου να ξεκινήσεις να γνωρίζεις τι θες να κάνεις.
Γιατί; Γιατί συνήθως είμαστε σε μια άρνηση. Πολλοί φόβοι δουλεύουν μέσα μας. Δεν θέλουμε να παραδεχτούμε πως στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε τι κάνουμε αλλά και δεν νιώθουμε σίγουροι για το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα των πράξεων μας.
Απλά “κάνουμε κάτι”, είτε ελπίζοντας πως “θα βγει”, είτε κρυβόμαστε από τα ίδια μας τα θέλω, από τις πραγματικές μας επιθυμίες.
Τις περισσότερες φορές ακόμη και όταν πετυχαίνουμε αυτό που βάλαμε κατά νού να κάνουμε, πάλι δεν ξέρουμε τι κάνουμε. Το ότι πετύχαμε δεν σημαίνει απαραίτητα πως ξέρουμε τι κάνουμε. Ακούγεται παράδοξο αλλά δεν είναι. Απλά ακολουθήσαμε ένα πρόγραμμα στο οποίο δεσμευτήκαμε νοητικά και κυρίως συναισθηματικά και το πετύχαμε.
Τώρα, από που προέρχεται αυτό το “πρόγραμμα” και αν “εμείς” πραγματικά το βάλαμε να τρέξει ή αν μας “φορτώθηκε το πρόγραμμα” είναι ένα από τα μεγάλα ερωτήματα που λίγοι κάνουν. Τουλάχιστον όμως το τρέξαμε επιμελώς και “βγήκε”.
Όλα μοιάζουν να ρέουν καλύτερα όταν πραγματικά ξέρουμε τι κάνουμε, ή έστω πιστεύουμε πως ξέρουμε και το “κυνηγάμε” με συνέπεια και με δυνατά συναισθήματα. Το συναίσθημα που γεννιέται από τη σαφήνεια της γνώσης ενισχύει πάρα πολύ τόσο τις ενέργειές μας όσο και την ικανότητα της επιμονής όσο και το να διαχειριζόμαστε καλύτερα οτιδήποτε μοιάζει με δυσκολία στη διαδρομή.
Το να ξέρουμε τι κάνουμε μπορεί να μετατρέψει τις δυσκολίες σε κάτι αξιοπερίεργο που συναντάμε και το κοιτάμε από κάποια απόσταση μαθαίνοντας από αυτό. Οι δυσκολίες μεταλλάσσονται σε “κάτι που συμβαίνει” και ξέρουμε ήδη πως θα το διαχειριστούμε, αντί σε “καταστροφές”.
Ποιο θα ήταν η ιδανική κατάσταση; Και να ξέρουμε τι κάνουμε, και να επιμείνουμε σε αυτό που θέλουμε και ξέρουμε πως θέλουμε όντως να κάνουμε. Με αυτή την προσέγγιση, όλες μας οι τελικές δράσεις και επιλογές “γυρνάνε” σε μιας μορφής εργασία “αυτογνωσιακή”.
Η αυτογνωσία είναι συνήθως συνδεδεμένη με την επιφανειακή ή απλή “προσωπική ανάπτυξη”. Διότι δεν είναι αντιληπτός ο πραγματικός της αντίκτυπος σε οτιδήποτε κάνουμε. Για πολλούς μοιάζει να περιορίζεται στο να “είναι πιο ήρεμοι”, αλλά αυτό δεν είναι παρά ένα απλό παράπλευρο όφελος.
Περιεχόμενα
ToggleΗ προσέγγιση στο επιχειρείν
Η παραδοχή του “δεν ξέρω τι μου γίνεται” απαιτεί θάρρος και -ήδη- μιας ελάχιστης ποσότητας αυτογνωσίας και μειωμένου εγωισμού. Ιδανικά πριν καταστραφούν όλα, ώστε να υπάρξει πλαίσιο για διορθωτικές κινήσεις ή ακόμη και εκ βάθρων δημιουργία.
Στον κόσμο των επιχειρήσεων, το να ξέρουμε τι θα κάνουμε στο π.χ. μάρκετινγκ ξεκινάει (και έτσι πρέπει) αρκετά πιο νωρίς, πριν καν μπούμε στο εκτελεστικό του μάρκετινγκ, πριν φτιάξουμε την ιστοσελίδα, τα κείμενα, το logo και οτιδήποτε.
Προσπαθούμε να σκιαγραφήσουμε το να ξέρουμε τι κάνουμε με το σχεδιασμό στο επίπεδο του Branding. Εκεί κοιτάμε να προσδιορίσουμε την προσωπικότητα του Brand (Brand personality), τις αξίες που πρεσβεύει (Brand values), το πως θα παρουσιαστεί η όλη φιλοσοφία της παρεχόμενης υπηρεσίας ή προϊόντος αλλά -κυρίως- το ποια είναι αυτή η φιλοσοφία. Και μετά έχουν σειρά τα “οχήματα” με τα οποία εκφράζονται όλα αυτά, οι άνθρωποι, τα οπτικά και λεκτικά μέσα, και φυσικά η συνέπεια όλων αυτών με τις αξίες και το τι θέλουμε να μείνει στο κοινό. Τι θέλουμε να χτίσουμε.
Εάν δεν τεθεί αυτή η βάση που οδηγεί στο ξέρουμε τι κάνουμε αλλά και στο πως θα περάσει προς τα έξω, στην πραγματικότητα ούτε ξέρουμε τι κάνουμε αλλά και οι ενέργειές μας είναι τυχαίες. Εντάξει, καλή η τύχη αλλά βοηθιέται αν υπάρχει γνώση, ή μάλλον η ορθή γνώση φέρνει και καλύτερη τύχη.
Δεν φτάνει που θα προκύψουν ένα σωρό αστάθμητοι παράγοντες, ανατροπές (θετικές/αρνητικές) και πλήθος δεδομένων (data). Αυτά πρέπει να αξιολογηθούν με βάση κάποιες -αρχικά- σταθερές. Ειδικά όταν θέλουμε μια επιχείρηση να γίνει γνωστή (ή τα προϊόντα της) και αυτό που πρεσβεύει, προκειμένου να χτίσουμε πωλήσεις αλλά και αξία.
Δεν έχει σημασία το μέγεθος της επιχείρησης. Δεν έχει σημασία να είναι πολύ μικρή, μικρή, μεσαία, μεγάλη ή κολοσσός. Η αρχή είναι η ίδια. Η κλίμακα αλλάζει.
Χρειάζεται να έχουμε την προσέγγιση του να θέλουμε να ξέρουμε τι κάνουμε. Να θέλουμε.
Πολλά πράγματα θα “πάνε περίπατο” στη διάρκεια του τρεξίματος της επιχείρησης. Πολλά, εκτός από τις θεμελιώδεις αρχές που αναφέραμε αν η επιχείρηση βελτιστοποιήσει και φιλτράρει σωστά αυτή τη βάση και την κάνει δράση. Τότε, μέχρι και τα πειράματα θα βγάζουν νόημα, αλλά και οι επιτυχίες και οι αποτυχίες. Θα υπάρχει μία βάση αξιολόγησης.
Φιλοσοφικά μιλώντας, ακόμη και η έλλειψη όλων των παραπάνω, πάλι μιας μορφής δράση είναι αλλά με τυχαία εκτέλεση και φυσικά κανένα ασφαλές συμπέρασμα. Γιατί; Διότι το “χάος” μπορεί να φέρει επιγνώσεις μόνο αν εκτελεστεί εσκεμμένα με στρατηγική χάους. Δηλαδή να υπάρχει σαφήνεια και γνώση του “ξέρω πως δοκιμάζω το χάος για να εξάγω συμπεράσματα”.
Αυτό βέβαια είναι μια προσέγγιση και μια συζήτηση από μόνο του και όχι εφαρμόσιμο στην πλειοψηφία των επιχειρήσεων, παρά κυρίως σε ερευνητικά Project.
Πώς ένας οργανισμός μαθαίνει με την προσέγγιση της παραδοχής πως δεν ξέρει τι του γίνεται;
Όπως είπαμε το μυστικό είναι στην -λυτρωτική- παραδοχή, και αυτό προϋποθέτει θάρρος.
Το ερώτημα αυτό αγγίζει ένα παράδοξο που πολλοί στοχαστές, ψυχολόγοι, αλλά και άτομα του χώρου της δημιουργίας (creatives) έχουν διερευνήσει όλα αυτά τα χρόνια. Σε πολλές περιπτώσεις, το να μην ξέρεις ακριβώς τι να κάνεις μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για ανάπτυξη, καινοτομία και αυτογνωσία.
Η συνειδητή αυτή παραδοχή που παραμερίζει το “Εγώ”, αφήνει χώρο. Αυτόν ακριβώς το νοητικό και συναισθηματικό χώρο χρειάζεστε για να δείτε “αλλιώς” τα πράγματα. Μέχρι εκείνη τη στιγμή “τα πράγματα” κοιτάνε εσάς και σας κατευθύνουν.
Αναθεωρείται ο σκοπός και το προσδοκώμενο αποτέλεσμα: Αυτό είναι από τα πιο κρίσιμα κέρδη. Εάν πρέπει να κερδίσεις ένα, να είναι αυτό. Η δυσφορία του να μην ξέρεις τι κάνεις μπορεί να οδηγήσει σε βαθιά ενδοσκόπηση. Αυτή η αυτοκριτική σε βοηθά να κατανοήσεις τις αξίες, τα δυνατά σημεία και τους τομείς που χρήζουν βελτίωσης σε ατομικό, επιχειρησιακό και επιχειρηματικό επίπεδο. Συχνά μέσα από αυτές τις περιόδους αβεβαιότητας μαθαίνετε τα περισσότερα για τον εαυτό σας και για τον οργανισμό σου.
Ανοίγει η πόρτα για εξερεύνηση: Είστε συχνά πιο ανοιχτοί στο να εξερευνήσεις διαφορετικά μονοπάτια. Αυτή η ευελιξία μπορεί να σε οδηγήσει στην ανακάλυψη νέων ευκαιριών ή ενδιαφερόντων που ίσως να μην είχες συναντήσει ποτέ αν ακολουθούσες αυστηρά ένα προκαθορισμένο σχέδιο.
Ενθαρρύνεται η κριτική σκέψη και η επίλυση προβλημάτων: Η παραδοχή και η κατόπιν αντιμετώπιση της αβεβαιότητας απαιτεί από εσένα να αξιολογήσεις τις καταστάσεις πιο προσεκτικά και να αναπτύξεις στρατηγικές για την αντιμετώπιση των προκλήσεων. Αυτή η διαδικασία μπορεί να ενισχύσει την κριτική σου σκέψη και τις δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων, οι οποίες είναι πολύτιμες τόσο σε προσωπικό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο.
Ενισχύεται η δημιουργικότητα: Το να διαπιστώσεις πως δεν έχεις μια ξεκάθαρη πορεία μπορεί να σε ωθήσει σε νέα καταπληκτικά δημιουργικά εδάφη. Πολλοί καλλιτέχνες, συγγραφείς και καινοτόμοι έχουν διαπιστώσει ότι οι περίοδοι αβεβαιότητας τους αναγκάζουν να σκέφτονται έξω από το πλαίσιο, με αποτέλεσμα συχνά να οδηγούνται σε ανακαλύψεις ή νέες προοπτικές που επαναπροσδιορίζουν το έργο τους.
Και αυτά είναι μόνο λίγα από τα κέρδη.
Ο άνθρωπος αφήνει πραγματικά περιθώριο για να μαθαίνει και να εξελίσσεται μόνο όταν διαθέτει την ικανότητα να παραδέχεται πως -ναι- μπορεί και να μην ξέρει τι του γίνεται.
Παράδειγμα αυτού μπορούμε να δούμε και γύρω μας σε όλον τον πλανήτη. Το πρόβλημα δεν είναι η αβεβαιότητα, αλλά -αντίθετα- η βεβαιότητα που στη συντριπτική της πλειοψηφία είναι καθαρά θέμα εγωϊσμού.
Αντί να παραμένουμε στην άγνοια, μπορούμε να κοιτάξουμε αντικειμενικά και να δούμε αν πραγματικά ξέρουμε τι κάνουμε. Με την παραδοχή, και με τη σωστή καθοδήγηση, συμβουλευτική, Coaching ή όπως αλλιώς θέλετε ή χρειάζεται να το προσεγγίσετε, έρχεται η λύση.
Για αυτούς τους λόγους (και πολλούς άλλους) είναι σημαντική η εργασία με τα άτομα ή άτομο που απαρτίζουν/ει έναν οργανισμό αλλά και η καλλιέργεια κουλτούρας “ανοικτού μοιράσματος” χωρίς κριτική, όταν υπάρχει σαφής τελικός στόχος. Διότι το ζητούμενο είναι ο στόχος και όχι η διαδρομή. Στη διαδρομή χρειάζεται η συμβολή όλων και η εξέλιξη όλων ώστε να συμβάλλουν ποιοτικότερα.
Συζητιέται λοιπόν πολύ η έννοια της κουλτούρας «ανοικτού μοιράσματος» αλλά εδώ διάβασες και ένα βαθύτερο Γιατί.
Πάρα πολλές φορές αναζητείται η αιτία επίλυσης ενός προβλήματος στα “τεχνικά” μιας διαδικασίας αντί για ρυθμίσεις και αναβάθμισης του τρόπου σκέψεις των ατόμων.
Με αυτό τον τρόπο υπάρχει πραγματική εξέλιξη σε όλα τα επίπεδα, η οποία είναι και πρακτική και αποτελεσματική ως προς τον οργανισμό που εκπροσωπείται από τα άτομα.
Εάν θέλει κάποιος να πετύχει και να ξέρει τι κάνει οφείλει να παραδεχτεί (αν ισχύει) πως δεν ξέρει τι του/της γίνεται.
Εκεί ξεκινάει και η δική μας βοήθεια.